Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

Συζητώντας για το νόημα της κρίσης

 

της Μαριλένας Κοππά


Πολλές «καθημερινές» συζητήσεις μεταξύ πολιτών έχουν πολιτικό νόημα, αλλά όχι πολιτικό αποτέλεσμα. Μια συζήτηση που είναι καθημερινή, αλλά δεν είναι στρατευμένη, χάνεται συχνά μεταξύ «σημαντικών ειδήσεων». Η καθημερινότητα όμως είναι τελικά πολιτισμός και έχει πολιτική σημασία. Το ερώτημα είναι ποιος δικαιούται να κάνει αυτή τη συζήτηση. Μια απάντηση είναι, «οι λογοτέχνες». Μια άλλη είναι, «οι  πολιτικοί». Μια τρίτη και καθόλου προφανής απάντηση είναι, «όλοι μας», εάν το θέμα μας ενδιαφέρει. Στην τρίτη περίπτωση, πρέπει να βρούμε το πώς, το που και πότε.

Στις 10 Απριλίου, στις Βρυξέλλες, στο κτίριο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, διοργανώνεται συζήτηση μεταξύ εμβληματικών συγγραφέων της «μεταπολίτευσης» του ευρωπαϊκού νότου: τον Αλέξη Σταμάτη (Ελλάδα), τον Santiago Roncagliolo (Ισπανία), τον José Luís Peixoto (Πορτογαλία) και την Mariolina Venezia (Ιταλία). Τη συζήτηση μπορεί να παρακολουθήσει κανείς ζωντανά από το thesouthintalk.blogspot.gr. Για την ακρίβεια, μπορεί κανείς επίσης να συμμετέχει πριν, μετά και κατά τη διάρκεια της συζήτησης αυτής, εάν πιστεύει ότι το θέμα τον αφορά. Η συζήτηση φυσικά αφορά και τους πολιτικούς.
Τη συζήτηση θα ανοίξουν ευρωβουλευτές της Ομάδας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών από τις αντίστοιχες χώρες. Αλλά θα είναι μια διαφορετική συζήτηση από αυτή που έχουμε συνηθίσει, επειδή το βασικό θέμα δεν είναι ούτε το Plan A, ούτε το Plan B. Το βασικό θέμα είναι όχι τόσο η κρίση, όσο το νόημά της.
Οι συγγραφείς εκφράζουν το πνεύμα των καιρών. Αλλά ποιο είναι το πνεύμα αυτών των καιρών, είναι ακόμα ένα ανοικτό ερώτημα. Για χρόνια, οι αναδυόμενες φωνές της λογοτεχνίας του Ευρωπαϊκού Νότου εξέφραζαν τη βεβαιότητα της προόδου και της υπέρβασης των δυσκολιών του παρελθόντος. Ο πόλεμος, οι εμφύλιοι και, τελικά, η δικτατορία, ήταν πίσω μας.

Σταδιακά ξεκαθαρίζαμε τους λογαριασμούς μας με το φασισμό. Είχαμε αφήσει πίσω μας την εποχή της μαζικής μετανάστευσης. Είχαμε όλοι πολλούς θείους και θείες, λιγότερα αδέλφια και ακόμα λιγότερα παιδιά. Είχαμε την ευκαιρία να σπουδάσουμε και να μην είμαστε όμηροι των συνθηκών. Και σκεφτόμασταν με κάποιο είδος ρομαντισμού για την αγνότητα της μεσογειακής διατροφής και τη χαμένη αθωότητα του επαρχιακού παρελθόντος που άφησαν πίσω οι παππούδες μας. Πιστεύαμε ότι ήμαστε πολύ Ευρωπαίοι, ίσως και κοσμοπολίτες. Γνωρίζαμε τι θα πει φτώχεια, αλλά όχι μιζέρια. Πάνω σ’ αυτή τη βάση έχτισαν και οι συγγραφείς, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και του Νότου της Ευρώπης γενικότερα, τις αφηγήσεις τους.

Ποια είναι η κεντρική αφήγηση σήμερα; Από μια σκοπιά, μπορεί να θυμίζει μια τραγική ταινία, με ένα γέρο που βλέπει το σπίτι του να καίγεται. Μόνο που τώρα ο γέρος είναι 30 ετών, αρκετά μεγάλος για να μην μπορεί να αφεθεί απλώς και μόνο στην ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος και αρκετά νέος για να μην εγκαταλείπει την ιδέα μιας άμεσης λύσης. Πάνω σ’ αυτήν την εικόνα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η νέα αφήγηση.

Πρέπει σήμερα να μιλήσουμε για την αποδόμηση μιας μεσαίας τάξης που γνωρίζει ότι τα καλύτερα χρόνια είναι παρελθόν. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον παραλογισμό της νοσταλγίας του φασισμού. Πρέπει να μιλήσουμε για τη μετα-νεωτερική εμπειρία μιας νέας μετανάστευσης, με τους Έλληνες και τους Ισπανούς να πηγαίνουν, ξανά, στη Γερμανία και οι Πορτογάλοι στις πρώην αποικίες. Και πρέπει να μιλήσουμε για αυτή τη νέα εποχή, που δεν έχει ακόμα μάρτυρες, προφήτες, επαναστάσεις γαρυφάλλων, παράνομα άσματα, ούτε καν τη βεβαιότητα ενός καλύτερου κόσμου. Η νέα αυτή αφήγηση δεν έχει ήρωες. Έχει όμως διαρκή επικοινωνία με τη «μητέρα πατρίδα» (βλ. διαδίκτυο), ελευθερία διακίνησης (βλ. ζώνη Schengen), δημοκρατία, και πολλή Ευρώπη.

Αυτό που έλειπε από τη συνάντηση μεταξύ πολιτικών και συγγραφέων, ήταν οι πολίτες, με μια ιδιότητα που θα ξεπερνούσε την παθητική έννοια «κοινό». Και υπό αυτό το πρίσμα, δε μπορεί κανείς να περιοριστεί σε «ερωτήσεις» και «απαντήσεις».

Στη συζήτηση αυτή συμμετέχει ήδη «το κοινό», με καθημερινές συζητήσεις που τώρα μπορεί κανείς να παρακολουθήσει ζωντανά. Και να συμμετέχει. Από τις 20 έως τις 28 Μαρτίου το thesouthintalk.blogspot.gr καλούσε κάθε πολίτη που ζει ή κατάγεται από την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, να πάρει μέρος σε ένα «διαγωνισμό», δηλαδή τη συγγραφή ενός συλλογικού κειμένου με τίτλο “O Νότος που Ζω». Το μόνο που είχε να κάνει κανείς ήταν να συμπληρώσει τις παρακάτω φράσεις :
  1. Ανήκω σε μια γενιά…
  2. Δεν μπορώ…
  3. Ψάχνω…
  4. Θέλω…
Οι «νικητές του διαγωνισμού» ήταν δύο χρήστες του blog, μια Ελληνίδα και ένας Πορτογάλος, που το "κείμενό" τους συγκέντρωσε τα περισσότερα “likes.” Το έπαθλό τους ήταν η άμεση συμμετοχή τους στη συζήτηση.
Η πρόσκληση για συμμετοχή σ’ αυτή τη συλλογική αφήγηση, ισχύει ακόμα. Οι σκέψεις που θα συλλέξουμε, θα μετατραπούν σε μια ηλεκτρονική έκδοση που θα μοιραστεί στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η μέχρι τώρα συμμετοχή είναι εντυπωσιακή: περίπου 10.000 επισκέψεις, από 3.500 άτομα, από 10 χώρες (από την Αγκόλα και τη Βραζιλία των Πορτογάλων μεταναστών, έως τη Γερμανία και τη Βρετανία των Ελλήνων).
Οι σκέψεις που μοιράζονται οι άνθρωποι μεταξύ τους, είναι προσωπικές. Οι αφηγήσεις όμως έχουν κοινές ανησυχίες, κοινές αφετηρίες και αγωνίες. Και είναι κοινές σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό πλαίσιο, εντός της Ευρώπης. Αυτό που είναι ακόμα προφανές, όμως, είναι ότι καμία από αυτές τις σκέψεις δεν φαίνεται να βλέπει στην έννοια της «Ευρώπης» μια ελπίδα. Και αυτή είναι μια παρατήρηση με πολιτικές συνέπειες. Και μια πρόκληση.

Η Μαριλένα Κοππά είναι ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ

πηγη metarithmisi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που περιέχουν υβριστικές λέξεις και εκφράσεις θα αποσύρονται. Παρακαλούμε να αφήνεται τις θέσεις και τις απόψεις σας, αλλά χωρίς χαρακτηρισμούς και υβρεις.